Ενα τεράστιο κοίτασμα πετρελαίου «κρύβεται» στις δυνατότητες ενός αγριόχορτου που δείχνει ικανό όχι μόνο να δώσει ικανοποιητικό εισόδημα αξιοποιώντας άγονα εδάφη, αλλά και να προσφέρει ενεργειακή αυτονομία, απαλλάσσοντας τους καλλιεργητές από το συνεχώς αυξανόμενο κόστος του πετρελαίου.
Ο λόγος για την αγριαγκινάρα, που ανήκει στα ενεργειακά φυτά, η καλλιέργεια της οποίας μπορεί να υπερκαλύψει τις ενεργειακές ανάγκες μιας ολόκληρης οικογένειας και παράλληλα να εξασφαλίσει συμπληρωματικό εισόδημα.
Δεν είναι τυχαίο ότι τη χαρακτηρίζουν «πετρέλαιο της Ελλάδας», αφού θα μπορούσε να αποτελέσει τη μελλοντική ελληνική απάντηση στην παγκόσμια αγορά των βιοκαυσίμων.
Πρόκειται για ένα ενεργειακό φυτό που καλλιεργείται ακόμη και σε άγονα εδάφη και μπορεί να αποτελέσει στερεό καύσιμο (βιομάζα) σε μορφή πελλέτας με σκοπό την παραγωγή θερμικής ενέργειας για βιομηχανική και οικιακή χρήση και την αντικατάσταση του πετρελαίου θέρμανσης.
Θεωρείται το βέλτιστο ενεργειακό φυτό για την ελληνική γεωργία, αλλά και για την παραγωγή ενέργειας, καθώς η θερμαντική ικανότητα δύο κιλών ξηρής αγριαγκινάρας ισοδυναμεί με ένα λίτρο πετρέλαιο.
Οπως επισημαίνει στις «Επαγγελματικές Ευκαιρίες» ο διευθυντής του Εργαστηρίου Γεωργίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, καθηγητής Νίκος Δαναλάτος, που πρωτοστάτησε στα εν Ελλάδι πειράματα στα λεγόμενα ενεργειακά φυτά, «η αγριαγκινάρα είναι στην ουσία ένα ζιζάνιο το οποίο καλλιεργείται, χωρίς, ωστόσο, να έχει ανάγκη νερού, λίπανσης και φυτοφαρμάκων, γεγονός που μεταφράζεται σε εκμηδενισμένο κόστος παραγωγής. Αυτό πρακτικά συνεπάγεται τεράστια πλεονεκτήματα σε περιοχές όπως η Θεσσαλία, όπου πιθανή αντικατάσταση 1 εκ. στρεμμάτων θα έφερνε εξοικονόμηση 400 εκ. κυβικών μέτρων νερού.
Η καλλιέργεια της αγριαγκινάρας παρουσιάζει σημαντικές ευκαιρίες για τους Ελληνες παραγωγούς με ελκυστικά περιθώρια κέρδους, καθώς έχει μηδαμινές ανάγκες άρδευσης.
Η απόδοση σε ξηρή ουσία κυμαίνεται από 1.200-1.600 κιλά σε μη αρδευόμενα χωράφια, ενώ με 2-3 αρδεύσεις από τα μέσα Απριλίου μέχρι το τέλος Μαΐου (στην περίοδο αυτή η διαθεσιμότητα νερού είναι υψηλή σε πολλές περιοχές), οι αποδόσεις φθάνουν έως και 2.500 κιλά ξηρής ουσίας ανά στρέμμα. Πρέπει να σημειωθεί ότι σε αντιπαράθεση με άλλες καλλιέργειες, η καλλιέργεια της αγριαγκινάρας έχει πολύ μικρό κόστος.
Η καλλιέργεια δεν είναι μόνο εύκολη, αλλά και εξαιρετικά κερδοφόρος. Η αγριαγκινάρα προσφέρει μια βιώσιμη εναλλακτική λύση για τους γεωργούς της περιοχής, συνήθως βαμβακοπαραγωγούς και παραγωγούς σιτηρών, που σήμερα βλέπουν τις καλλιέργειές τους να μην προσφέρουν το αναγκαίο εισόδημα, ιδίως χωρίς τις επιδοτήσεις.
Οι παραγωγοί χρειάζεται μόνο να αγοράσουν τον σπόρο της αγριαγκινάρας, που κοστίζει 12 ευρώ το κιλό, με κάθε κιλό να φτάνει για 4-5 στρέμματα. Φυτεύεται τον Οκτώβριο και μεγαλώνει με τις βροχές του χειμώνα. Δεν χρειάζεται καθόλου νερό, καθόλου λίπασμα και, φυσικά, ως ζιζάνιο δεν επιτρέπει την ανάπτυξη άλλων ζιζανίων. Σημαντικό πλεονέκτημα είναι ότι καλλιεργείται σε όλα τα εδάφη, ακόμα και στα πιο ξερά και πιο δύσβατα. Η απόδοση σε κάθε στρέμμα είναι 1,5 τόνος, ενώ, αν τα φυτά ποτιστούν, μπορούν να δώσουν και 2,5 τόνους. Οι παραγωγοί μπορούν να υπογράψουν συμβόλαια και να διεκδικήσουν από 70 ευρώ ανά στρέμμα έως και 150 ευρώ ανά στρέμμα.
Και όλα αυτά με μηδαμινό κόστος εγκατάστασης ανά στρέμμα για τον πρώτο χρόνο και μηδενικό για όλα τα υπόλοιπα.
Αλλωστε, η καλλιέργεια αγριαγκινάρας μπορεί να συμβάλει σημαντικά στην υποχρέωση της Ελλάδας για διείσδυση των ΑΠΕ στο ενεργειακό ισοζύγιο της χώρας έως 20% μέχρι το 2020, αλλά και στην παραγωγή ενέργειας σε νησιωτικές περιοχές.
ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ
180 ευρώ ανά στρέμμα τα έσοδα, χωρίς καθόλου έξοδα
Ιδιαίτερα συμφέρουσα θεωρείται η αντικατάσταση καλλιεργειών σιτηρών, βαμβακιού και άλλων ετήσιων εκτατικών καλλιεργειών με παραγωγή αγριαγκινάρας.
Σύμφωνα με τον πανεπιστημιακό καθηγητή κ. Δαναλάτο, οι πρώτες εκτιμήσεις της τιμής βιομάζας για τον παραγωγό, με τη σύμφωνη γνώμη των βιομηχάνων, μπορεί να κυμανθεί γύρω στα 6 λεπτά/κιλό.
Αυτό σημαίνει ότι ο παραγωγός σταριού που κερδίζει σήμερα κάτω από 10 ευρώ ανά στρέμμα, θα κερδίζει 60-90 ευρώ ανά στρέμμα και ο βαμβακοπαραγωγός που κερδίζει 120 ευρώ ανά στρέμμα, θα κερδίζει 200 ευρώ ανά στρέμμα. Βέβαια την τελική τιμή θα τη διαμορφώσουν η αγορά και οι μελλοντικές τιμές του πετρελαίου.
Για πρώτη φορά όμως ο παραγωγός θα συνδέσει την τιμή του προϊόντος με τις τιμές του πετρελαίου, ενώ μέχρι τώρα ήταν συνδεδεμένα μόνο τα έξοδά του.
Παράδειγμα 1: Χωράφι με στρεμματική απόδοση σταριού 350 κιλά επί 20 λεπτά = 70 ευρώ. Κόστος 50 ευρώ. Αρα κέρδος = 20 ευρώ. Το ίδιο χωράφι παράγει 1300-1.500 κιλά αγριαγκινάρα. Με 50 ευρώ ανά τόνο στο χωράφι έχουμε κέρδος 65-75 ευρώ, δηλαδή υπερτριπλασιάζουμε.
Αν μερικοί γεωργοί αγοράσουν τον απαιτούμενο εξοπλισμό, το κέρδος θα ανέλθει κατά 10 ευρώ περισσότερο (από την πίτα συλλογής ? μεταφοράς στο εργοστάσιο). Σημειωτέον ότι η τιμή είναι 70 ευρώ στην πόρτα του εργοστασίου.
Παράδειγμα 2: Χωράφι με στρεμματική απόδοση βαμβακιού 400 κιλά επί 30 λεπτά = 120 ευρώ. Κόστος 100 ευρώ. Αρα κέρδος = 20 ευρώ. Συνδεδεμένη ενίσχυση = 55 ευρώ. Αρα τελικό κέρδος 75 ευρώ. Το ίδιο χωράφι παράγει 2,5 τόνους αγριαγκινάρα με 50 ευρώ ανά τόνο στο χωράφι και έχουμε κέρδος 125 ευρώ. Δηλαδή σημαντικά περισσότερο ακόμα και μετά την επιδότηση. Και πάλι, αν μερικοί γεωργοί αγοράσουν τον απαιτούμενο εξοπλισμό το κέρδος θα ανέλθει κατά 25 ευρώ περισσότερο (από την πίτα συλλογής ? μεταφοράς στο εργοστάσιο).
Το φυτό έχει χρόνο ζωής έως 15 χρόνια, δίνει παραγωγή μία φορά τον χρόνο έως και 2,5 τόνους ανά στρέμμα (δηλαδή περίπου 180 ευρώ) και δεν χρειάζεται νερό, λίπασμα, ούτε φυτοφάρμακα.
Ο συμβολαιακός χαρακτήρας της καλλιέργειας, που εξασφαλίζει την απορρόφηση του συνόλου της παραγωγής, καθιστά ιδιαιτέρως ελκυστική την επιλογή της αγριαγκινάρας, όχι μόνο γι” αυτούς που διαθέτουν μερικά στρέμματα γης χωρίς να τα καλλιεργούν, αλλά και για τους κατ” επάγγελμα αγρότες.
Το βασικό πλεονέκτημα του πέλετ σε σχέση με τα συμβατικά καύσιμα (πετρέλαιο, αέριο), πέραν του ανανεώσιμου χαρακτήρα του, έχει να κάνει με το ότι είναι ουδέτερο ως προς τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, καθώς η ποσότητα που ελευθερώνεται στην ατμόσφαιρα μετά την καύση της αφομοιώνεται από το φυτό κατά τη φωτοσύνθεση, ενώ από την άλλη πλευρά με την καύση βιομάζας σχεδόν μηδενίζεται η απελευθέρωση θείου στην ατμόσφαιρα.
ΦΥΤΟ ΧΩΡΙΣ ΕΧΘΡΟΥΣ ΚΑΙ ΑΣΘΕΝΕΙΕΣ
Τι πρέπει να γνωρίζουν οι καλλιεργητές
Η αγριαγκινάρα είναι ένα πολυετές φυτό μεσογειακής προέλευσης, καλά προσαρμοσμένο στις ξηροθερμικές συνθήκες της Ν. Ευρώπης, που χρησιμοποιείται για την παραγωγή βιομάζας.
Λόγω του γεγονότος ότι η αγριαγκινάρα είναι η ίδια ισχυρό ζιζάνιο, δεν επιτρέπει την ανάπτυξη άλλων ζιζανίων, ενώ σε μακροχρόνια πειράματα δεν εμφανίστηκαν ασθένειες και εχθροί του φυτού, κι έτσι η καλλιέργειά της μπορεί να επιτευχθεί χωρίς τη χρήση φυτοφαρμάκων. Επίσης, η αγριαγκινάρα, λόγω του πλούσιου ριζικού της συστήματος που εκμεταλλεύεται άριστα τους εδαφικούς πόρους, χρειάζεται λιγότερο άζωτο. Η αγριαγκινάρα εκμεταλλεύεται άριστα τις χειμερινές βροχές και δίνει υψηλές αποδόσεις χωρίς άρδευση. Είναι φυτό προσαρμοσμένο στις κλιματικές συνθήκες της χώρας μας και το κυριότερο πλεονέκτημά της είναι ότι αναπτύσσεται από τον Οκτώβριο έως τον Ιούνιο και, συνεπώς, αναπτύσσεται με το νερό των βροχοπτώσεων.
Η αποξηραμένη ύλη της αγριαγκινάρας μπορεί να γίνει εύκολα τυποποιημένο βιοκαύσιμο (τα λεγόμενα pellets) και να χρησιμοποιηθεί στην ηλεκτροπαραγωγή. Σύμφωνα με το Κέντρο Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, οι συμβατικοί σταθμοί ηλεκτροπαραγωγής παρουσιάζουν στην καύση βιομάζας βαθμό απόδοσης 15-40%, ενώ στα συστήματα συμπαραγωγής ο βαθμός απόδοσης φθάνει μέχρι και 75-85%.
Καλλιεργητικές φροντίδες: Επειδή η καλλιέργεια είναι πολυετής, η προετοιμασία και η σπορά του αγρού θα γίνει μία φορά στα επτά με δώδεκα χρόνια. Παρ΄ όλα αυτά, απαιτείται προσοχή, καθώς λάθη κατά την προετοιμασία και τη σπορά είναι μη αναστρέψιμα.
Λίπανση: Ως πολυετής καλλιέργεια, καλό είναι να ενσωματώνεται βασική λίπανση φωσφορούχου λιπάσματος (25 κιλά/στρ.) και επιφανειακή λίπανση 8 μονάδες αζώτου (1 7 κιλά/στρ.).
Προετοιμασία: Απαιτείται καλή προετοιμασία εδάφους (ψιλοχωμάτισμα) κατά τη σπορά, που γίνεται Οκτώβριο για ξερικά χωράφια είτε Φεβρουάριο ή Μάρτιο για ποτιστικά χωράφια.
Σπορά: Γίνεται με μηχανές σε αποστάσεις 75 εκατοστών μεταξύ των γραμμών και 17 εκατοστών επί των γραμμών, με απαιτούμενη ποσότητα σπόρου 400 γρ./στρ.
Τον Ιούλιο, τον Αύγουστο και τον Σεπτέμβριο μαζεύεται από το χωράφι με τις μηχανές σε μπάλες και μεταφέρεται σε μονάδες επεξεργασίας. Το επόμενο βήμα γίνεται στα εργοστάσια παραγωγής πελλέτας.
Εκεί η αγριαγκινάρα που έχει μαζευτεί σε μπάλες περνάει από σπαστήρες, μετατρέπεται σε «πούδρα», η οποία στη συνέχεια συμπιέζεται και έτσι παράγονται οι πελλέτες. Τα μικρά εύκαμπτα κυλινδρικά τεμάχια που θα αποτελέσουν την πρώτη ύλη καύσης συσκευάζονται, μεταφέρονται και αποθηκεύονται εύκολα.
ΒΙΟΜΑΖΑ
Παράγει 7.500Kwh ενέργειας ανά στρέμμα
Το πλεονέκτημα της αγριαγκινάρας έναντι των φωτοβολταϊκών και των ανεμογεννητριών είναι η σταθερότητα στην αποθήκευση ενέργειας (365 μέρες, 24 ώρες, ανεξαρτήτως καιρικών συνθηκών).
Παράγει περίπου 1.400 κιλά ξηρής βιομάζας ανά στρέμμα, που ενεργειακά ισοδυναμεί με 7.500Kwh ενέργειας.
Η απλούστερη επεξεργασία που μπορεί να γίνει είναι η μηχανική συμπίεση της βιομάζας της αγριαγκινάρας σε pellets, χωρίς την προσθήκη χημικών ή συγκολλητικών ουσιών.
Το κόστος για την επεξεργασία της βιομάζας από ένα στρέμμα καλλιέργειας είναι 20 ευρώ ανά 1.400 κιλά. Αν σε αυτό προσθέσουμε και το κόστος παραγωγής της βιομάζας, έχουμε συνολικά 38 ευρώ ανά 1.400 κιλά. Η ενέργεια που έχουν τα 1.400 κιλά της βιομάζας ισοδυναμούν με 700 λίτρα πετρελαίου τα οποία κοστίζουν 651 ευρώ (τιμές 2011).
ΧΡΗΣΗ ΩΣ ΚΑΥΣΙΜΟ
Πρώτη ύλη για την παραγωγή πελλετών
Η αγριαγκινάρα μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως πρώτη ύλη παραγωγής pellets. Τα pellets ή πελλέτες είναι μικρά κυλινδρικά τεμάχια από συμπιεσμένο ξύλο ή άλλες μορφές βιομάζας καλλιεργούμενων φυτών, όπως η αγριαγκινάρα, ή υπολειμμάτων γεωργικών ή δασικών, διαφόρων μεγεθών που μπορούν εύκολα να συσκευαστούν, να μεταφερθούν με βυτιοφόρα και να τοποθετηθούν στους αποθηκευτικούς χώρους, από όπου μεταφέρονται αυτόματα για την καύση τους σε σύγχρονους καυστήρες (π.χ., ενεργοποίηση με χρήση κινητού τηλεφώνου) με την επιθυμητή ροή. Δύο κιλά ισοδυναμούν με περίπου 1 λίτρο πετρελαίου.
Η αντικατάσταση 2 εκατομμυρίων στρεμμάτων σιταριού (από τα περίπου 10.000.000 στρεμμάτων σιτηρών ή το 5% της ελληνικής γεωργικής γης) με αγριαγκινάρα, γεγονός που θεωρείται εφικτό, θα απέδιδε παραγωγή περί τους 1.000.000 τόνους ισοδύναμου πετρελαίου θέρμανσης. Η παραγωγή αυτή είναι τουλάχιστον 6πλάσια της σημερινής υποχρέωσης της Ελλάδας σε βιοκαύσιμο (το οποίο εισάγεται σχεδόν εξ ολοκλήρου) με τεράστιο οικονομικό όφελος για τον Ελληνα καταναλωτή, που σύμφωνα με τις πρώτες μας εκτιμήσεις μπορεί να ξεπεράσει το ένα τρίτο της αξίας του πετρελαίου.
Πηγή:ethnos.gr
Κανένα σχόλιο