Οι κηρήθρες αποτελούν ουσιαστικά τη φωλιά του μελισσιού. Είναι κατακόρυφες και παράλληλες μεταξύ τους, ενώ βρίσκονται στερεωμένες στ πάνω μέρος μιας φυσικής κοιλότητας ή του κηρηθροφορέα.
Η κάθε κηρήθρα έχει πάχος συνήθως 25mm , ενώ η απόστασή της από τη γειτονική κηρήθρα (από το κέντρο της μιας έως το κέντρο της άλλης) είναι 35 – 38mm. Η απόσταση αυτή των κηρηθρών έχει ονομασθεί «χώρος της μέλισσας» και η ανακάλυψή του από τον Langstroth οδήγησε ουσιαστικά στην κατασκευή των σύγχρονων κυψελών και έθεσε τις βάσεις για τη σύγχρονη μελισσοκομία.
Η κάθε κηρήθρα έχει δύο επιφάνειες, που αποτελούνται από εξαγωνικά στενόμακρα κελιά. Ο μεσότοιχος της κηρήθρας αποτελεί κοινή βάση για τέσσερα 15 κελιά, ενώ η βάση του κάθε κελιού είναι βαθουλωτή πυραμοειδής, επιδέξια τοποθετημένη η μία μέσα στην άλλη. Τα κελιά παρουσιάζουν μία ελαφριά κλίση προς τα πάνω, έτσι ώστε τα λεπτόρρευστα υγρά (νέκταρ, τροφή γόνου) που οι μέλισσες τοποθετούν σ’ αυτά να μην ρέουν.
Τα κελιά που προορίζονται να εκτροφή εργατριών μελισσών έχουν μικρότερη διάμετρο από αυτά που προορίζονται για την εκτροφή κηφήνων. Σε επιφάνεια κηρήθρας 1dm2 αναλογούν 875 κελιά εργατριών μελισσών, ενώ αντίστοιχα μόνο 520 κελιά κηφήνων. Επίσης διάκριση υπάρχει ανάμεσα στα κελιά που προορίζονται για την εκτροφή γόνου γενικά και σ’ αυτά στα οποία θα αποθηκευτεί το μέλι, όσον αφορά στα κέρινα καλύμματά τους. Έτσι τα κελιά του γόνου αφήνουν την προνύμφη να αναπνεύσει και έτσι σ’ αυτά τα καλύμματα φαίνονται φουσκωμένα και αφράτα, ενώ αντίθετα τα καλύμματα των κελιών του μελιού έχουν αντίθετη κλίση (βαθουλωμένα), καθώς κλείνουν αεροστεγώς το κελί.
Θα μπορούσε να υποθέσει κανείς ότι το ιδανικό σχήμα ενός κελιού εκτροφής μιας προνύμφης θα ήταν το κυλινδρικό. Άλλωστε κυλινδρικά κελιά κατασκευάζει ο Βομβίνος, είδος που ανήκει στην ίδια οικογένεια με τη μέλισσα. Γιατί λοιπόν το εξαγωνικό σχήμα κελιού
Εάν συγκρίνουμε τα σχήματα που παρουσιάζονται στη Φωτ.7, θα παρατηρήσουμε ότι εάν το σχήμα των κελιών ήταν κυκλικό, οκτάγωνο ή πεντάγωνο, τότε θα έμεναν μεταξύ αυτών κενοί χώροι. Αυτό θα σήμαινε σπατάλη χώρου και υλικού, καθώς τα τοιχώματα θα έπρεπε να ήταν διπλά. Στην περίπτωση που τα κελιά είχαν σχήμα τριγωνικό, τετράγωνο ή εξάγωνο, παύουν να υπάρχουν αυτά τα δύο μειονεκτήματα. Τα τριγωνικά, τετράγωνα και εξάγωνα κελιά του σχήματος είναι έτσι σχεδιασμένα ώστε να καλύπτουν ισομεγέθεις επιφάνειες. Έτσι με το ίδιο βάθος έχουν και ίδια χωρητικότητα (μέλι, γύρη). Η διαφορά τους είναι ότι τα εξάγωνα κελιά έχουν μικρότερη περίμετρο και άρα για την κατασκευή τους απαιτείται μικρότερη ποσότητα πρώτης ύλης (κερί).
Φωτ. 7. Σχηματική σύγκριση διαφόρων σχημάτων, όσον αφορά στην καλύτερη εκμετάλλευση συγκεκριμένου χώρου |
Συμπερασματικά λοιπόν το εξαγωνικό σχήμα κελιών της κηρήθρας αξιοποιεί με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τον διαθέσιμο χώρο, από την άποψη της οικονομίας υλικού, της χωρητικότητας και της σταθερότητας.
ΚΤΙΣΙΜΟ ΚΗΡΗΘΡΩΝ
Οι μέλισσες κτίζουν κατακόρυφα, από επάνω προς τα κάτω, αξιοποιώντας κάθε σχήματος χώρο (κυκλικό, τετράγωνο). Το κτίσιμο γίνεται από ομάδες μελισσών. Κάθε ομάδα ανεξάρτητα από την άλλη κτίζει, όπως και κάθε μέλισσα της ίδιας ομάδας, ξεκινώντας μάλιστα και από διαφορετικό μέρος της φωλιάς ή της κηρήθρας. Έτσι στα σημεία σύνδεσης παρουσιάζονται συνήθως ατέλειες.
Το κτίσιμο ξεκινά με την παραγωγή κεριού από τους κηρογόνους αδένες της μέλισσας. Η μέλισσα πιάνει το κάθε λέπι κεριού με το τελευταίο ζεύγος ποδών και το πλάθει προσθέτοντας εκκρίσεις από τους σιαγονικούς αδένες. Τοποθετώντας στη βάση στήριξης της κηρήθρας ένα καλούπι από άμορφο υλικό (Φωτ. 8) αρχίζουν να το σκάβουν από τις δύο μεριές του. Καθώς διαμορφώνεται το σχήμα πρώτα ολοκληρώνεται ο μεσότοιχος, ενώ το κτίσιμο συνεχίζει προσθέτοντας και αφαιρώντας κερί και επιμηκύνοντας τα τοιχώματα. Το τελευταίο στάδιο η το βερνίκωμα του κελιού με πρόπολη, 1-2 ημέρες μετά την ολοκλήρωσή του. Αξιοπερίεργο είναι ότι η διαδικασία αυτή, για ένα συγκεκριμένο κομμάτι της κηρήθρας δεν ολοκληρώνεται από τη μέλισσα που το ξεκίνησε. Ποτέ η ίδια δεν τελειώνει αυτό που ξεκινά.
Τα όργανα της μέλισσας που δραστηριοποιούνται κατά το κτίσιμο είναι:
- οι κηρογόνοι αδένες. Κηρογόνους αδένες διαθέτουν μόνο οι εργάτριες μέλισσες, οι οποίοι μάλιστα βρίσκονται σε λειτουργία μόνο όταν η μέλισσα είναι ηλικίας 12 – 18 ημερών. Οι κηρογόνοι αδένες βρίσκονται στους τέσσερις τελευταίους κοιλιακούς δακτυλίους, ενώ για την σωστή λειτουργίας τους απαιτείται επίσης η μέλισσα να έχει στη διάθεσή της νέκταρ και γύρη (ανθοφορία). Έχει υπολογιστεί ότι για να παραχθεί 1 Kg κερί θα πρέπει να καταναλωθούν 8 Kg μέλι, ενώ η μέλισσα σε 15 ημέρες παραγωγής κεριού χάνει το 20% των πρωτεϊνών του σώματός της.
- η βούρτσα του τελευταίου ζεύγους ποδιών. Η βούρτσα αυτή χρησιμοποιείται για να αγκιστρώνει η μέλισσα το λέπι κεριού που παράγεται από τους αδένες
- σιαγώνες και σιαγονικές εκκρίσεις. Οι σιαγώνες και οι εκκρίσεις των σιαγονικών αδένων βοηθούν το ζύμωμα του κεριού
- αισθητήρια όργανα στις κεραίες και στην κεφαλή. Τριχίδια που υπάρχουν στις κεραίες και στην κεφαλή των μελισσών θεωρούνται ότι λειτουργούν ως γωνιόμετρο
- αισθητήρια όργανα ισορροπίας. Ομάδες τριχιδίων στη βάση της κεφαλής της μέλισσας και στην περιοχή σύνδεσης θώρακα και κοιλίας υπεύθυνα για την αίσθηση της ισορροπίας και την αντίληψη της κατεύθυνσης του γήινου μαγνητικού πεδίου. Έτσι οι μέλισσες μπορούν να κτίζουν κατακόρυφα τις κηρήθρες, προς την κατεύθυνση αυτή. Λειτουργούν δηλαδή ως ‘νήμα της στάθμης’.
- Όργανα συλλογής και μεταφοράς της πρόπολις. Είναι τα ίδια με τα όργανα συλλογής και μεταφοράς της γύρης. Με πρόπολη οι μέλισσες καλύπτουν όλη την κηρήθρα και τα κελιά εσωτερικά, αφ’ ενός για συντήρηση και αφ’ ετέρου για απολύμανση
- εργατικά κελιά. Είναι τα κελιά όπου εκτρέφονται οι εργάτριες μέλισσες. Είναι οριζόντια, με διάμετρο περίπου 5 mm. Η διάμετρος αυτή μικραίνει κάθε φορά που μία μέλισσα εκκολάπτεται από ένα κελί, αφού αφήνει πίσω της τα εκδύματά της. Τα εργατικά κελιά μπορούν να χρησιμοποιηθούν, εκτός από την ανάπτυξη των μελισσών και για την αποθήκευση τροφών, μελιού και γύρης (Φωτ.9).
- κηφηνοκέλια. Είναι τα κελιά από τα οποία εκκολάπτονται οι κηφήνες. Είναι οριζόντια με διάμετρο περίπου 7 mm. Τα κέρινα καλύμματά τους είναι ελαφρώς ανασηκωμένα, σε σχέση με τα εργατικά, πράγμα το οποίο οφείλεται στη διαφορά μεγέθους μεταξύ προνύμφης μέλισσας και κηφήνα. Στα κηφηνοκέλια αποθηκεύεται επίσης μέλι, αλλά ποτέ γύρη (Φωτ. 10).βασιλικά κελιά. Είναι τα κελιά από τα οποία εκκολάπτονται οι βασίλισσες. Είναι κατακόρυφα, παράλληλα με την κηρήθρα, με διάμετρο περίπου 9 mm. Παρουσιάζονται στην κυψέλη σε συγκεκριμένα χρονικά διαστήματα και έτσι διακρίνονται σε (Φωτ.11):
- βασιλικά κελιά διάσωσης, όταν το μελίσσι προσπαθεί να αντικαταστήσει τη βασίλισσά του που χάθηκε ξαφνικά
- βασιλικά κελιά αντικατάστασης, όταν το μελίσσι αποφασίζει να αντικαταστήσει μία προβληματική βασίλισσα, λόγω ηλικίας, ασθένειας ή άλλον.
- βασιλικά κελιά σμηνουργίας, όταν το μελίσσι πρόκειται να σμηνουργήσει, δηλαδή να πολλαπλασιαστεί.
Κανένα σχόλιο