Οι τουλίπες είναι ο ανεκτίμητος φυσικός πλούτος της Χίου. Ας τις αφήσουμε στο φυσικό τους περιβάλλον για να τις θαυμάζουν και οι επόμενες γενιές. Ούτως ή άλλως στο βάζο δεν κρατούν παρά λίγες μόνο ημέρες.
της Αναστασίας Στεφανάκη*
Ήδη οι τουλίπες έκαναν την εμφάνισή τους για μία ακόμη χρονιά στο Θολοποτάμι. Στη Χίο, ο ερχομός της άνοιξης σηματοδοτείται από τις τουλίπες, οι οποίες κατακλύζουν το Μάρτιο τα χωράφια του κεντρικού τμήματος του νησιού.
Τι πραγματικά όμως γνωρίζουμε για αυτές; Ποιες είναι, από πού προέρχονται και πώς βρέθηκαν στο νησί; Αφθονούν ή μειώνονται; Είναι αυτές οι «πρόγονοι» της Ολλανδικής τουλίπας, όπως συχνά λέγεται;
Ο «κόκκινος» χρυσός και η πρώτη οικονομική φούσκα της ιστορίας
Η πρώτη τουλίπα θεωρείται ότι έφτασε στη Δύση στα μέσα του 16ου αιώνα, πιθανότατα από τον πρόξενο της Βιέννης στην Κωνσταντινούπολη, Ogier Ghislain de Busbecq, ο οποίος το 1551 παρατήρησε το άγνωστο, εντυπωσιακό αυτό φυτό στο Εντιρνέ της Τουρκίας και έστειλε τους βολβούς του στη Βιέννη.
Όταν μερικά χρόνια αργότερα ο Busbecq δίνει βολβούς στον Κάρολο Κλούσιο, σημαντικό βοτανικό της εποχής, αυτός καλλιεργεί τις τουλίπες στο Βοτανικό Κήπο της ιστορικής Ολλανδικής πόλης Λάιντεν και διαδραματίζει καταλυτικό ρόλο στη διάδοση της τουλίπας στην Ολλανδία και την Ευρώπη.
Τη δεκαετία του 1630 η «τουλιπομανία» στην Ολλανδία (tulpomanie στα Ολλανδικά) φτάνει σε επίπεδα τρέλας με την αξία των βολβών να αγγίζει τα ύψη. Η μεγαλύτερη τιμή που καταγράφεται είναι 6650 γκουλντ για μερικές δεκάδες τουλίπες, όταν π.χ. το ετήσιο εισόδημα ενός ξυλουργού ήταν 250 γκουλντ. Μία τουλίπα μπορεί να κόστιζε όσο ένα σπίτι στο Άμστερνταμ, ενώ ο ίδιος βολβός, πριν καν βγει από το έδαφος, αναφέρεται ότι μπορεί να είχε ήδη προπωληθεί 10 φορές. Όταν η φούσκα έσκασε το 1637 άφησε τους έμπορους αδέκαρους και τις ολλανδικές οικογένειες στα όρια της χρεοκοπίας.
Παρόλα αυτά τo επικερδές εμπόριο της τουλίπας συνεχίστηκε. Τους επόμενους αιώνες βολβοί μεταφέρθηκαν από διάφορα μέρη της Ανατολής και εκατοντάδες ποικιλίες παράχθηκαν τεχνητά σε συνθήκες καλλιέργειας. Σήμερα, η Ολλανδία συνεχίζει να είναι κυρίαρχος διακινητής του εμπορίου τουλίπας σε παγκόσμιο επίπεδο.
Οι λαλάδες της Χίου: ας συστηθούμε…
Η ιστορία περιπλέκεται στο βάθος των αιώνων και δεν μπορεί να ειπωθεί με βεβαιότητα, όμως μάλλον η Χίος δεν συνιστά την περιοχή προέλευσης της Ολλανδικής τουλίπας- τουλάχιστον όχι των πρώτων βολβών που έφτασαν εκεί. Αποτελεί όμως μέρος της φυσικής περιοχής εξάπλωσης του γένους Tulipa, η οποία εκτείνεται από την κεντρική Ασία μέσω της Μεσογείου έως τις νότιες-κεντρικές και ανατολικές περιοχές της Ευρώπης. Το γένος αριθμεί περισσότερα από 100 είδη, 14 από τα οποία φύονται στην Ελλάδα.
Η ανατολική προέλευση του ονόματος «λαλάδες» είναι γνωστή. Lale είναι η περσική ονομασία της τουλίπας, η οποία πέρασε μέσω των τουρκικών στη χιακή διάλεκτο. Όμως και το όνομα «τουλίπα» (tulipa, tulip, tulipan, tulipano, tulpe, tulpan σε διάφορες Ευρωπαϊκές γλώσσες) έχει παρόμοια προέλευση, από την οθωμανική λέξη για το τουρμπάνι, εξαιτίας της ομοιότητάς του με το άνθος της τουλίπας ή της οθωμανικής μόδας να τοποθετούνται τουλίπες στις πτυχώσεις του τουρμπανιού.
Ποια είναι όμως η Χιώτικη τουλίπα;
Tulipa agenensis DC. Η τουλίπα που κοκκινίζει τα λιβάδια της Χίου. Είδος της Ανατολικής Μεσογείου, το οποίο στο δυτικότερο όριο της φυσικής περιοχής εξάπλωσής του φτάνει έως τη Χίο. Καλλιεργείται στις χώρες της Δυτικής Ευρώπης, όπου συχνά διαφεύγει στη φύση.
Tulipa raddii Reboul (Συνώνυμο: T. praecox Ten.). Φυτό πιθανώς Ανατολικομεσογειακής εξάπλωσης, το οποίο από πολλούς ερευνητές θεωρείται ότι ανήκει στο ίδιο είδος με την T. agenensis.
Tulipa clusiana DC. Ασιατικό φυτό, το οποίο, όπως η T. agenensis, φτάνει προς τα δυτικά έως τη Χίο και καλλιεργείται στην Ευρώπη, όπου συχνά διαφεύγει στη φύση. Πήρε το όνομά της από τον Κλούσιο και έχει «ριγέ» λευκά-κόκκινα άνθη.
Tulipa undulatifolia Boiss. Ενδημικό είδος των Βαλκανίων και της Τουρκίας, το οποίο στην Ελλάδα φύεται στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου Χίο και Λέσβο, την Πελοπόννησο, τη Στερεά και τη Νότια Πίνδο. Διακρίνεται χάρη στα έντονα κυματιστά φύλλα της.
Από τα τέσσερα είδη, μόνο η T. undulatifolia είναι αυτόχθονη στη Χίο. Τα υπόλοιπα θεωρείται σήμερα ότι έχουν διαφύγει από παλαιές καλλιέργειες και έχουν πλέον εγκλιματιστεί πλήρως στη φύση. Η προέλευσή τους ωστόσο παραμένει άγνωστη.
Η T. undulatifolia περιλαμβάνεται στην 1η έκδοση του Βιβλίου Ερυθρών Δεδομένων των Σπάνιων και Απειλούμενων Φυτών της Ελλάδας (1995), και μαζί με την T. clusiana συγκαταλέγονται στο Προεδρικό Διάταγμα 67/81 Περί προστασίας της χλωρίδας, ωστόσο έως σήμερα δεν έχουν ληφθεί ουσιαστικά μέτρα προστασίας τους.
Η συλλογή της τουλίπας: τοπική παράδοση ή απειλή;
Τα ανθοφόρα φυτά αναπαράγονται «εγγενώς» μέσω της επικονίασης κυρίως από τα έντομα. Ορισμένα, ανάμεσά τους και οι τουλίπες, έχουν επιπλέον τη δυνατότητα της «αγενούς» αναπαραγωγής μέσω υπόγειων οργάνων, όπως είναι οι βολβοί.
Στις τουλίπες, όμως, η «εγγενής» αναπαραγωγή έχει περιοριστεί. Παρά τα εντυπωσιακά τους άνθη, τα όμορφα αυτά φυτά αναγεννώνται κυρίως από τους βολβούς τους, οι οποίοι περνούν το χειμώνα στο έδαφος και δίνουν φύλλα και άνθη στις αρχές της άνοιξης.
Η παραδοσιακή πλέον μαζική συλλογή των φυτών και εκρίζωση των βολβών τους κάθε χρόνο δεν μπορεί παρά να είναι καταστρεπτική για ένα φυτό, το οποίο σχεδόν δεν έχει άλλη δυνατότητα αναγέννησης. Επιπρόσθετη πίεση ασκεί η εγκατάλειψη των παραδοσιακών πρακτικών καλλιέργειας και η υιοθέτηση σύγχρονων μεθόδων οργώματος σε μεγάλο βάθος που καταστρέφει τους βολβούς.
Ήδη η μείωση των απέραντων κόκκινων λιβαδιών είναι αισθητή, ειδικά στις ευκολότερα προσβάσιμες περιοχές, κοντά στους κεντρικούς δρόμους και τα χωριά. Κι ενώ τα λιβάδια της T. aegenensis μειώνονται, με δυσκολία θα βρει κανείς πλέον την T. clusiana εκεί όπου παλιά φυόταν σε μεγαλύτερη αφθονία.
Οι τουλίπες είναι ο ανεκτίμητος φυσικός πλούτος της Χίου. Ας τις αφήσουμε στο φυσικό τους περιβάλλον για να τις θαυμάζουν και οι επόμενες γενιές. Ούτως ή άλλως στο βάζο δεν κρατούν παρά λίγες μόνο ημέρες.
Φωτογραφίες: Κατερίνα Γούλα (Χίος, Λέσβος), Αναστασία Στεφανάκη (Ολλανδία)
Είναι Δρ. Βιολογίας. Η διδακτορική της διατριβή για τα αρωματικά φυτά της Χίου, είχε ως αποτέλεσμα -μεταξύ άλλων- την ένταξη των αρωματικών φυτών Origanum sipyleum, Sideritis sipylea (τσάι του βουνού) και Thymus sipyleus, στο Βιβλίο Ερυθρών Δεδομένων των Σπάνιων και Απειλούμενων Φυτών της Ελλάδας.
Πηγή: www.aplotaria.gr
Κανένα σχόλιο