Στα δάση, τα λιβάδια, ακόμα και τις πόλεις της Βορείου Αμερικής, ένα νέο είδος ζώου εξελίσσεται μπροστά στα μάτια των βιολόγων: μια παράξενη διασταύρωση ανάμεσα σε κογιότ, λύκους και σκύλους, άριστα προσαρμοσμένη στο σύγχρονο αμερικανικό τοπίο.
Το πιθανότερο είναι ότι το νέο, υβριδικό αρπακτικό εμφανίστηκε πριν από έναν με δύο αιώνες, όταν οι λύκοι λιγόστεψαν και δυσκολεύονταν να βρουν ταίρι από το δικό τους είδος, εκτιμούν οι ειδικοί.
Άλλοι ονομάζουν το πλάσμα «ανατολικό κογιότ», άλλοι προτιμούν την ονομασία coywolf, ή «κολύκος» σε ελεύθερη απόδοση. Όποιο όνομα κι αν χρησιμοποιήσει κανείς, το σίγουρο είναι ότι ο πληθυσμός του είναι μεγάλος και ίσως φτάνει τα εκατομμύρια άτομα, αναφέρει στο περιοδικό Economist ο Ρόναλντ Κέις του Πολιτειακού Πανεπιστημίου της Βορείου Καρολίνας.
Τα κογιότ ζουν κανονικά σε ανοιχτά λιβάδια και δεν κυνηγούν στα δάση όπου κινούνται οι λύκοι. Η διασταύρωση ανάμεσά τους έδωσε ένα αρπακτικό που κυνηγά με άνεση και στα δύο περιβάλλοντα, λέει ο Κέις.
Ακόμα και οι κραυγές τους μοιάζουν υβριδικές, αφού ξεκινούν με τις χαμηλές συχνότητες ενός λύκου που αλυχτάει, συνεχίζονται όμως στις ψηλότερες συχνότητες των κογιότ.
Η γενετική ταυτότητα του ανατολικού κογιότ αποκαλύφθηκε από ερευνητές του Πανεπιστημίου Stony Brooks στη Νέα Υόρκη, οι οποίοι εξέτασαν δείγματα από συνολικά 437 ζώα. Το DNA του κογιότ κυριαρχεί, όμως το ένα δέκατο των γονιδίων προέρχονται από τον σκύλο και το ένα τέταρτο από τον λύκο, κατά μέσο όρο.
Ο συνδυασμός αυτός προσφέρει σημαντικά πλεονεκτήματα, επισημαίνει ο Κέις. Με βάρος που φτάνει τα 25 κιλά, ο «κολύκος» είναι δύο φορές βαρύτερος από το κογιότ. Έχει μεγαλύτερα σαγόνια και τρέχει ταχύτερα, και μπορεί να σκοτώνει ακόμα και σχετικά μεγάλα ζώα όπως τα ελάφια.
Το υβριδικό αρπακτικό έχει πλέον εξαπλωθεί σε ολόκληρη τη βορειοανατολική περιοχή των ΗΠΑ, ακόμα και στον Καναδά, και απαντάται σε μεγάλες πόλεις όπως η Βοστόνη, η Ουάσινγκτον και η Νέα Υόρκη.
Ορισμένοι επιστήμονες υποψιάζονται ότι το σκυλίσιο DNA έκανε το υβριδικό κογιότ πιο ανεκτικό στο θόρυβο και την ανθρώπινη παρουσία και πιθανώς επέκτεινε τις διατροφικές του προτιμήσεις -ο «κολύκος» τρώει ακόμα και λαχανικά, αν και δεν διστάζει να επιτεθεί σε μικρά ζώα και να τρώει γάτες ολόκληρες.
Το κατά πόσο το υβριδικό πλάσμα πρέπει να αναγνωριστεί ως νέο είδος παραμένει αμφιλεγόμενο. Ο σκύλος προήλθε από την εξημέρωση του λύκου και κατατάσσεται σήμερα στο ίδιο είδος, Canis lupus, ενώ το κογιότ στο ξεχωριστό είδος Canis latrans.
Ο Τζόναθαν Γουέι της αμερικανικής Εθνικής Υπηρεσίας Πάρκων υποστηρίζει σε μελέτη που ετοιμάζει ότι οι μορφολογικές και γενετικές ιδιαιτερότητες αυτού του ζώου δικαιολογούν την αναγνώρισή του ως νέου είδους.
Πολλοί όμως θα διαφωνήσουν. Σύμφωνα με έναν γενικό ορισμό, δύο ζώα ανήκουν σε διαφορετικά είδη όταν δεν μπορούν να διασταυρωθούν και να δώσουν γόνιμους απογόνους. Με βάση αυτή τη λογική το άλογο θεωρείται ξεχωριστό είδος από τον γάιδαρο, αφού τα μουλάρια που προκύπτουν από τη διασταύρωσή τους είναι συνήθως στείρα.
Αυτό προφανώς δεν ισχύει στην περίπτωση του «κολύκου», που μπορεί να διασταυρώνεται ελεύθερα τόσο με λύκους όσο και με σκύλους και προφανώς δίνει γόνιμους απογόνους. Με βάση την ίδια λογική, όμως, ο λύκος και το κογιότ δεν θα έπρεπε να θεωρούνται ξεχωριστά είδη.
Η αλήθεια είναι ότι ο όρος «είδος» είναι μια ανθρώπινη επινόηση, και συχνά δεν αρκεί για να περιγράψει με ακρίβεια παραξενιές της εξέλιξης όπως ο «κολύκος».
Επιμέλεια: Βαγγέλης Πρατικάκης