Οι πρόγονοι μας, βάσει ιστορικών δεδομένων, κατανάλωναν το κρασί τους νερωμένο και σπάνια και για πολύ συγκεκριμένους λόγους έπιναν ανέρωτο κρασί το λεγόμενο “άκρατον οίνο“. Η ανάμειξη του κρασιού με το νερό γινόταν μέσα σε ευρύστομα αγγεία, γνωστά ως κρατήρες και συνήθως η αναλογία ήταν τρία μέρη νερού προς ένα μέρος οίνου.
Αυτή η αναλογία ήταν που απέτρεπε τις παρεκτροπές και τις δυσάρεστες καταστάσεις για τους “πότες”.
Το νερό που χρησιμοποιούσαν για το αραίωμα του κρασιού φρόντιζαν να προέρχεται από συγκεκριμένη πηγή, ώστε συγχρόνως με την μείξη, να εξασφαλίζεται και η ψύξη του κρασιού. Μια από τις διαδεδομένες πρακτικές ήταν και η χρήση νερού που προερχόταν από το λιώσιμο του χιονιού. Γύρω στα μέσα του 6 αιώνα π.Χ επινοήθηκε ένα αγγείο ειδικής κατασκευής που επέτρεπε τη ψύξη του οίνου και τη διατήρηση του σε χαμηλή θερμοκρασία όσο αυτός βρίσκοταν στους αμφορείς και προτού μεταφερθεί στους κρατήρες. Πιο συγκεκριμένα κατασκεύαζαν έναν ειδικό τύπο αμφορέα με κύριο χαρακτηριστικό του τα διπλά τοιχώματα. Με τη βοήθεια των εσωτερικών τοιχωμάτων δημιουργούνταν ο κύριος χώρος του αγγείου μέσα στο οποίο τοποθετούσαν το κρασί. Ο χώρος που σχηματιζόταν από τα εξωτερικά τοιχώματα γέμιζε με ψυχρό νερό ή χιόνι. Με τον τρόπο αυτό πετύχαιναν τη μόνιμη ψύξη του κρασιού εφόσον αυτό θα προοριζόταν για γρήγορη κατανάλωση, αφού μπορούσε εύκολα να ανανεωθεί το ψυκτικό μέσο όταν αυτό ζεσταινόταν ή έλιωνε.
Ανάλογες κατασκευαστικές λεπτομέρειες που πετύχαιναν τη ψύξη του κρασιού και γενικότερα των υγρών συνταντάμε σποραδικά και σε άλλα οινοφόρα αγγεία των αρχαίων Ελλήνων όπως για παράδειγμα σε οινοχόες.
Η μόνιμη ψύξη του κρασιού προέκυπτε από τη χρήση ενός μανιταροσχήματος αγγείου, το οποίο αφού το γέμιζαν με κρασί, το τοποθετούσαν μέσα στον κρατήρα που ήταν γεμάτος με κρύο νερό ή χιόνι. Το κρασί το αντλούσαν με τη βοήθεια μια κουτάλας που είχε μακριά λαβή. Το σκεύος αυτό το ονόμαζαν αρύταινα ή κύαθο.
Οι κρατήρες-ψυκτήρες δεν ήταν συχνοί στην αρχαιότητα αν και σποραδικά απαντώνται και σε άλλες εποχές, όπως ένας που βρέθηκε στη μυκηναική Τίρυνθα και χρονολογείται στον 13 αιώνα π.Χ. Η σπανιότητα τους πρέπει να οφείλεται στο γεγονός ότι οι αρχαίοι προτιμούσαν περισσότερο το κόκκινο κρασί που δεν απαιτεί ιδιαίτερη ψύξη. Ο κύριος όμως λόγος, πρέπει να είναι ότι το νερό το οποίο χρησιμοποιούσαν για να αραιώσουν το κρασί φρόντιζαν πάντα να είναι παγωμένο έτσι ώστε να μην απαιτείται περαιτέρω ψύξη.
Πηγή: M.Α. Τιβέριος via winebees.wordpress.com
Follow us