Site icon Επιστροφή στη φύση

Κύριο μέσο για την προστασία της βιοποικιλότητας η γενετική παρακολούθηση

του Φίλιππου Α. Αραβανόπουλου*

Αν και η τρέχουσα πανδημία της COVID-19, κυριαρχεί ως ζήτημα της κοινωνίας στην επικαιρότητα, η κλιματική αλλαγή παραμένει το υπ’ αριθμόν ένα πρόβλημα της ανθρωπότητας για τον 21ο αιώνα. Ήδη οι αλλαγές στο περιβάλλον και στο κλίμα όπως εξελίσσεται είναι άμεσα ορατές και έχουμε αρχίσει να παρατηρούμε μεγάλες καταστροφές στα φυσικά οικοσυστήματα. Σε ένα πολύ σημαντικό άρθρο που δημοσιεύτηκε στο έγκριτο επιστημονικό περιοδικό Science πριν μερικούς μήνες, τεκμηριώνεται πλήρως ότι τη μάχη για την επάνοδο των θερμοκρασιών στα επίπεδα του μέσου του 20ού αιώνα την έχουμε χάσει. Αυτό που πρέπει να προσπαθήσουμε, λένε οι συγγραφείς, είναι να σταθεροποιηθούν τα τρέχοντα επίπεδα αύξησης της θερμοκρασίας της ατμόσφαιρας, που είναι σε ετήσια βάση στους +1,5ο C, ώστε να μην ανεβούν περισσότερο. Πώς όμως θα προστατευτεί το φυσικό περιβάλλον από τα αποτελέσματα της κλιματικής μεταβολής και αστάθειας, τα έντονα φυσικά φαινόμενα και -ιδιαίτερα για τον Μεσογειακό χώρο- από τον αναμενόμενο συνδυασμό υψηλών θερμοκρασιών και ξηρασίας στο μέλλον;

Mια πολύ σημαντική παρακαταθήκη που έχει ο φυσικός κόσμος για να αντιμετωπίσει τα προβλήματα της κλιματικής αλλαγής είναι η βιοποικιλότητα. Είναι δηλαδή τα διαφορετικά οικοσυστήματα τα διαφορετικά είδη και ιδιαίτερα τα διαφορετικά γονίδια και αλληλόμορφα, η βασική μονάδα βιοποικιλότητας, η γενετική ποικιλότητα. Στη γενετική ποικιλότητα περιέχονται όλα τα γονίδια και αλληλόμορφα τα οποία είναι σημαντικά σήμερα ή μπορεί να είναι σημαντικά στο μέλλον, έτσι ώστε να μπορέσουν οι οργανισμοί, οι πληθυσμοί, τα είδη και τα οικοσυστήματα, να προσαρμοστούν σε ένα μεταβαλλόμενο περιβάλλον. Ένα σύνολο γονιδίων χαρακτηρίζει κάθε άτομο (κάθε δένδρο στη φύση για παράδειγμα) και κατ’ επέκταση ένα σύνολο ατόμων, ένας πληθυσμός (π.χ. ένα δάσος) διαθέτει ένα ευρύτερο σύνολο γονιδίων. Τα γονίδια αυτά επιτρέπουν σε ένα άτομο και σε έναν πληθυσμό, να επιβιώνει, να προσαρμόζεται, να αναπαράγεται και να υπάρχει στο διηνεκές. Αναντίρρητα, όλη αυτή η πολύ σημαντική ποικιλότητα που υπάρχει στη φύση και οι δυνατότητες που έχει να αντιδράσει, αποτελεί ένα τεράστιο οπλοστάσιο έναντι της κλιματικής αλλαγής.

Επομένως αυτήν τη βιοποικιλότητα οφείλουμε να την προστατέψουμε, οφείλουμε δηλαδή να προστατέψουμε τα οικοσυστήματα, τα είδη και τα γονίδια. Οι περιοχές προστασίας της φύσης, οι εθνικοί δρυμοί, έχουν έναν τέτοιο ρόλο. Η προστασία των γονιδίων βέβαια δεν είναι κάτι το απτό, τα γονίδια δεν είναι ορατά. Ουσιαστικά η προστασία της γενετικής ποικιλότητας μπορεί να γίνει προστατεύοντας μία περιοχή στη φύση, αλλά ποτέ δεν ξέρουμε αν η γενετική ποικιλότητα που υπάρχει στην περιοχή αυτή διατηρείται, επαυξάνεται ή μειώνεται.

Μια λύση στο πρόβλημα αυτό έρχεται να δώσει η γενετική παρακολούθηση. Πρόκειται για μια μεθοδολογία αιχμής για την προστασία των γενετικών πόρων που αναπτύξαμε σε θεωρητικό και εφαρμοσμένο επίπεδο στο Εργαστήριο Δασικής Γενετικής του ΑΠΘ την τελευταία δεκαετία. Η γενετική παρακολούθηση εξετάζει δυναμικές μεταβολές στη γενετική ποικιλότητα του πληθυσμού σε βάθος χρόνου, μέσω ανάλυσης DNA. Η χρονική εκτίμηση της μεταβολής της γενετικής ποικιλότητας σε έναν πληθυσμό αποτελεί τη βάση για τη μακροπρόθεσμη προστασία του. Η σημασία της έγκειται στο ότι αξιολογώντας τις μεταβολές που μπορούμε να δούμε σε γενετικό επίπεδο, οι οποίες όμως δεν είναι σήμερα ορατές δια γυμνού οφθαλμού, είμαστε σε θέση να προλάβουμε αρνητικές εξελίξεις στο δάσος και να επέμβουμε με τη γενετική παρακολούθηση εντοπίζοντας τυχόν προβλήματα πριν αυτά γίνουν ευρέως αντιληπτά. Έτσι μπορούμε να γνωρίζουμε π.χ. αν μια περιοχή δεν προστατεύεται μόνον κατ’ όνομα, αλλά κατ’ ουσίαν, καθώς η πιστοποίηση της διατήρησης της γενετικής ποικιλότητας είναι εκ των ων ουκ άνευ για τη διατήρηση των ειδών και των οικοσυστημάτων.

Η γενετική παρακολούθηση είναι επομένως σημαντική για όλους τους φυσικούς πληθυσμούς και ιδιαίτερα για αυτούς που είναι υπό καθεστώς προστασίας. Ιδιαίτερα για την Ελλάδα είναι πολύ σημαντική, καθώς η αξία των ελληνικών δασών στην προστασία των γενετικών πόρων είναι ιδιαίτερα μεγάλη. Αυτό συμβαίνει διότι το περιβάλλον που υπάρχει σήμερα στη χώρα μας είναι το περιβάλλον αυτό το οποίο εκτιμάται ότι θα υπάρχει στο τέλος του αιώνα στη Μεσευρώπη. Έτσι, οι γενετικοί πόροι της Ελλάδας έχουν πάρα πολύ μεγάλη σημασία για το αύριο των ευρωπαϊκών δασών.

Σήμερα στο Εργαστήριο Δασικής Γενετικής του ΑΠΘ εκπονείται το ευρωπαϊκό ανταγωνιστικό πρόγραμμα LIFEGENMON το οποίο αποτελεί είναι μία απόδειξη επί της αρχής της θεωρίας της γενετικής παρακολούθησης. Στο πρόγραμμα αυτό συμμετέχουν τρεις χώρες: Ελλάδα, Γερμανία και Σλοβενία. Από την Ελλάδα συμμετέχει το Εργαστήριο Δασικής Γενετικής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και η Γενική Διεύθυνση Δασών και Αγροτικών Υποθέσεων της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας-Θράκης. Το πρόγραμμα καλύπτει μία περιοχή η οποία εκτείνεται από τις Βαυαρικές Άλπεις μέχρι το όρος Όλυμπος στην Ελλάδα και περιλαμβάνει όλες τις ενδιάμεσες χώρες, ασχολείται επισταμένως με περιοχές γενετικής παρακολούθησης που είναι στη Γερμανία στη Σλοβενία και στην Ελλάδα με κύρια δασοπονικά είδη του έργου την οξιά και την ελάτη, ενώ πέντε άλλα είδη επίσης αξιολογούνται σε δευτερεύοντα χρόνο.

Το πρόγραμμα LIFEGENMON έχει σχεδιαστεί έτσι ώστε να λάβουμε πολλές φαινολογικές μετρήσεις και πάρα πολλά γενετικά δεδομένα, προκειμένου να συλλέξουμε μία αλληλουχία πληροφοριών η οποία θα χρησιμοποιηθεί για να αξιολογηθεί η γενετική παρακολούθηση, η συχνότητα μετρήσεων, οι αναλύσεις και η διαφορά στο γενετικό σήμα το οποίο παίρνουμε σε βάθος χρόνου. Μελετάμε και αναλύουμε 12 φαινολογικές παραμέτρους και εκατοντάδες, ή κατά περίπτωση και χιλιάδες, γονιδιακές θέσεις από κάθε άτομο.

Το πρόγραμμα έχει σκοπό να ετοιμάσει με την ολοκλήρωση του έναν Οδηγό Εφαρμογής ένα τρόπο με τον οποίον θα μπορέσουν οι συνάδελφοι ερευνητές πανεπιστήμια και ερευνητικά ιδρύματα καθώς και οι δασολόγοι που εργάζονται στη δασική πράξη να εφαρμόσουν τη γενετική παρακολούθηση σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, από τη θεωρία στην πράξη.

*Ο Φίλιππος Α. Αραβανόπουλος είναι καθηγητής της Σχολής Γεωπονίας, Δασολογίας & Φυσικού Περιβάλλοντος του ΑΠΘ

Πηγή: greenagenda.gr

Follow us
Exit mobile version